μεσομικκύλιος

μεσομικκύλιος
-α, -ο ανατ.
1. αυτός που βρίσκεται ή γίνεται μεταξύ τών μικκυλίων τού κυτταρικού πρωτοπλάσματος
2. το ουδ. ως ουσ. το μεσομικκύλιο(ν)
το μεταξύ τών μικκυλίων υγρό τού κυτταροπλάσματος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”